Γράφει ο
Μήτσος ο Τούφας
με χασίσι
μυρωδάτο
Τώρα κλαίν’
όλα τ’ αλάνια
Βρε κουρνάζε
μου τελώνη
Τώρα κλαίν’
όλα τ’ αλάνια
Ήταν
προμελετημένοι
Τώρα κλαίν’
όλα τ’ αλάνια
http://taxalia.blogspot.com/2013/05/blog-post_9016.html#more
Το βαπόρι
απ’ την Περσία
πιάστηκε
στην Κορινθία
Τόννοι
έντεκα γεμάτο....
τη ζημιά
ποιος τη πληρώνει
Και σ’ αυτή
την ιστορία
μπήκαν τα
λιμεναρχεία
που θα
μείνουνε χαρμάνια
καρφωτοί και
λαδωμένοι
Δυο μεμέτια,
τα καημένα,
μεσ’ στο
κόλπο ήταν μπλεγμένα
που θα
μείνουνε χαρμάνια
(*)
Κουρνάζος. Ο πονηρός, ο ατσίδας, ο ξύπνιος, ο αετονύχης, ο πανούργος.
Από το
τούρκικο kurnaz που σημαίνει το ίδιο. Δεν χρησιμοποιείται απαραίτητα
απαξιωτικά.
Μάλλον το αντίθετο, δηλαδή ο μάγκας, ο έξυπνος, ΄΄τσακάλι΄
Το εξαίρετο
κι αυτό άσμα του Β. Τσιτσάνη γράφτηκε στα `77, τραγουδήθηκε από τον συνθέτη και
τη Λιζέτα Νικολάου και έγινε τεράστια επιτυχία παρ όλη την απαγόρευση απ τα ΔΜΕ
της εποχής λόγω του θέματος και των τολμηρών στίχων του.
Κείνη την
εποχή ο τεράστιος Β. Τσιτσάνης ήταν ακόμη ενεργός ως δείχνουν και άλλα εξαίρετα
τραγούδια του της εποχής εκείνης παρ ότι θες λίγο εποχής, θες λίγο μόδας ,ήταν
ολίγον τι παραγκωνισμένος. Βεβαίως βλακωδώς καθ ότι είχε ακόμη τη δύναμη να
γράφει αριστουργήματα που αρέσασι στον κόσμο σε πείσμα των όσων διαμορφώνουν
μόδες και επικαιρότητες. Ήτο δυστηχώς και η τελευταία επιτυχία του, εν ζωή καθ
ότι λίγα χρόνια αργότερον θα εγκατέλειπε τον μάταιο τούτο κόσμο από επιπλοκή σε
εγχείρηση στους πνεύμονες στα Λονδίνα τις 18 Ιανουαρίου του 1984
Το άσμα θα
μπορούσε να είχε γραφεί το 30 ,το 40 το 50 οποτεδήποτε , με ρεμπέτικο ύφος
,λουμπενιάρικο, γρήγορο ζεϊμπέκικο και σίγουρα αριστουργηματικό που παίζεται
απαραιτήτως ως και σήμερα
,τες ''μικρες ώρες '' του γλεντιού και όχι μόνον.
Ας ακούσουμε
την διήγησις του περιστατικού στο οποίο βασίστηκε η θεματολογία των στίχων του
τ από τον κ.Η. Ευστρατιάδη και το βιβλίο του«Ένα Τραγούδι και Μια
Ιστορία»Εκδόσεις Τουμπής ''Στις 7 Ιανουαρίου του 1977 το μότορσιπ «Γκλόρια»,
φορτωμένο με έντεκα τόνους κατεργασμένου χασίς, συνολικής αξίας 4 δισ. δραχμών,
ερχόμενο από την Βηρυτό και με προορισμό της Αμβέρσα ή το Άμστερνταμ, σκάλωσε
στην Κορινθία, όπως έγραψε λίγες μέρες αργότερα ο Βασίλης Τσιτσάνης. Είναι μια
από τις μεγαλύτερες ποσότητες χασίς που είχε κατασχεθεί μέχρι τότε στα
παγκόσμια χρονικά. Τα ρεπορτάζ των εφημερίδων ανέφεραν ότι το «Γκλόρια» ήταν
πλευρισμένο στα Ίσθμια και περίμενε εντολές για την πορεία του, όταν βρέθηκαν
πάνω του έντεκα τόνοι χασίς σκεπασμένοι με λινάτσες. Συνελήφθηκαν ο πλοίαρχος
και οι ναυτικοί του πλοίου, μεταξύ αυτών και δυο Τούρκοι υπήκοοι, οι οποίοι
είχαν κρυφτεί στις καμπίνες. Οι άντρες του λιμενικού τους έριξαν καπνογόνα,
αναγκάζοντας τους να ανέβουν στο κατάστρωμα. Βρέθηκαν ακόμη δυο πιστόλια τύπου
μπράουνιγκ και πεντακόσιες σφαίρες. Παραλήπτες του φορτίου, σύμφωνα με
πληροφορίες, ήταν Λιβανέζοι υπήκοοι στην Αμβέρσα ή το Άμστερνταμ.
Ήταν
προμελετημένη καρφωτή και μιλημένη.
Ασφαλώς ήταν
προμελετημένη και καρφωτή δουλειά, αφού ο πλοίαρχος του «Γκλόρια» Νίκος
Ξανθόπουλος, ο «Κάπτεν Νικ», όπως τον αποκαλούσαν, ήταν άνθρωπος της
αμερικανικής Υπηρεσίας Δίωξης Ναρκωτικών DEA (Drug Enforcement Administration).
Ο «Κάπτεν Νικ» με τα εκάστοτε καράβια που είχε στην κατοχή του, είχε γυρίσει
όλες τις θάλασσες του κόσμου και είχε γνωρίσει τους πάντες γύρω από τα
κυκλώματα του εμπορίου ναρκωτικών, από τις χώρες παραγωγής μέχρι και τον
τελευταίο παραλήπτη χοντρέμπορο.
Λαθρέμπορος
τσιγάρων στην αρχή της καριέρας του και ο ίδιος, διαφοροποιήθηκε στην πορεία,
εξαιτίας του θανάτου ενός αδελφικού του φίλου από υπερβολική δόση μορφίνης. Από
τότε ορκίστηκε στην καταπολέμηση των ναρκωτικών. Αποδέχτηκε την πρόταση της DEA
το 1964 και από τότε εισχωρούσε στα κανάλια των ναρκωτικών και έδινε
πληροφορίες σχετικά με την διακίνηση. Μερικές φορές, όπως στην περίπτωση του
«Γκλόρια», παραλάμβανε ο ίδιος το εμπόρευμα με το καράβι του, ως μεταφορέας και
το παρέδιδε στις λιμενικές αρχές.
Το όλο
σκηνικό βεβαίως που στηνόταν, σε συνεργασία με τα ανώτερα κλιμάκια του
υπουργείου της εκάστοτε χώρας, έπρεπε να είναι αληθοφανές, ώστε να μην εκτεθεί
ο ίδιος και αποκαλυφθεί η ιδιότητα τους στους ανθρώπους των ναρκωτικών, γεγονός
που θα έθετε σε κίνδυνο τη ζωή του. Έτσι, οι υποτιθέμενες με τυμπανοκρουσίες
και οι εφημερίδες βούιζαν για μέρες.
Στην
περίπτωση του «Γκλόρια» συνέβη το εξής: Ο «Κάπεν Νικ» βρισκόταν με το καράβι
στη Λάρνακα, όταν τον πλησίασε ένας ναυτικός πράκτορας και του πρότεινε μια
«μεγάλη» δουλειά – ένα φορτίο από τη Βηρυτό με προορισμό το Ρότερνταμ. Ο
«Κάπτεν Νικ» δέχτηκε και τράβηξε με το πλοίο του για Βηρυτό, στο λιμάνι
Τζουνίχ. Εκεί συνάντησε δυο Λιβανέζους εμπόρους και συμφώνησαν για τη μεταφορά
του εμπορεύματος, που ήταν 300 σακιά χασίς, 40 κιλά το καθένα (80 πλάκες του
μισού κιλού το κάθε τσουβάλι). Το ποσό για την μεταφορά καθορίστηκε στα 300.000
δολάρια, τα μισά με τη φόρτωση και τα άλλα μισά με την παράδοση στο Ρότενταμ. Η
παραλαβή του εμπορεύματος έγινε έξω από το παραθαλάσσιο χωριό Ιμεΐλ, όπου με
βάρκες μεταφέρθηκαν τα τσουβάλια με το χασίς. Με την τελευταία βάρκα μπήκαν στο
«Γκλόρια» και οι δυο Τούρκοι συνοδοί του εμπορεύματος. Στο μεταξύ, πριν από την
παραλαβή, στις 23 Δεκεμβρίου 1976, ο «Κάπτεν Νικ» είχε καλέσει από το
ραδιοτηλέφωνο του «Γκλόρια» το Υ.Ε.Ν. στην Ελλάδα και είχε ειδοποιήσει
συνθηματικά ότι θα τους φέρει πολλούς τόνους «σοκολάτα» δώρο για τα
Χριστούγεννα. Η διαταγή είχε προχωρήσει, ενώ συμφωνήθηκε ο τρόπος και ο τόπος
προσέγγισης. Για να μην εκτεθεί στους λαθρέμπορους, ενημέρωσε ακόμη το Υ.Ε.Ν.
ότι θα πλεύσει 10 μίλια νότια της Πύλου και ζήτησε το ελληνικό καταδιωκτικό του
λιμενικού να τους προσεγγίσει στο συγκεκριμένο σημείο, τάχα για έναν τυπικό
έλεγχο.
Μετά τη
φόρτωση του εμπορεύματος, ο «Κάπτεν Νικ» έβαλε πλώρη για την Πύλο, έχοντας
πλήρωμα 2 ναύτες, μαζί τους βεβαίως και οι δυο Τούρκοι συνοδοί. Κατευθυνόμενος
προς την Πύλο συνάντησε 11 – 12 μποφόρ πουν τον ανάγκασαν να αλλάξει ρότα. Έτσι
τράβηξε προς τη Σίφνο όπου αγκυροβόλησε προσωρινά. Ειδοποίησε εκ νέου το Υ.Ε.Ν.
και πήρε εντολές για νέο τόπο συνάντησης, τα Ίσθμια της Κορίνθου. Το «Γκλόρια»
έφτασε στις 6 Ιανουαρίου του 1977 στα Ίσθμια, όπου το περίμενε όλο σχεδόν το
λιμενικό σώμα. Οι δυο Τούρκοι ( τα δυο μεμέτια τα καημένα) οδηγήθηκαν στις
φυλακές του Ναυπλίου, ενώ ο «Κάπτεν Νικ» και το πλήρωμα του, μετά τις αρχικές
υποτιθέμενες συλλήψεις, δέχτηκαν τα συγχαρητήρια του αρχηγού Υ.Ε.Ν.
Παπαδόγγονα. Το Υπουργείο Οικονομικών όρισε ως αμοιβή για τη μεγάλη επιτυχία
7.800.000 δρχ. Ο «Κάπτεν Νικ» από αυτά πήρε 1.500.000 δρχ., τα υπόλοιπα τα
μοιράστηκαν … διάφοροι αξιωματικοί.
Ο Τσιτσάνης
την υπόθεση την έκανε τραγούδι, το οποίο γνώρισε μεγάλη επιτυχία αλλά στην
συνέχεια δέχτηκε απαγορεύσεις για την μετάδοση του από τα Δημόσια Μέσα
Ενημέρωσης.''
Αυτή πάνω
κάτω είναι η ιστορία πίσω απ το εν λόγω άσμα ,άλλον τι δεν έχει να προσθέσει
επί του θέματος η μετριότης μου και γράμματα γνωρίζω
Γειά χαρά
νταν
Μήτσος ο
Τούφας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου